Πέρα σε ’κείνο το βουνό, κοντούλω μ’ τι με μάρανες,
λέει, που είναι ψηλό και μέγα, έλα μαυρομάτα μ’, έλα.
Που ’χει (ν)αντάρα στην κορφή, κοντούλω μ’ τι με μάρανες,
και κατεχνιά στον πάτο, έλα μαυρομάτα μ’, έλα.
Και από την κείθε την μεριά σου κοντούλω μ’ τι με μάρανες,
λέει κλήμα ήταν φυτρωμένο, έλα μαυρομάτα μ’ έλα.
Κάνει σταφύλι κόκκινο, κοντούλω μ’ τι με μάρανες,
λέει κρασάκι σαν το αίμα, έλα μαυρομάτα μ’ έλα.
Πόσες μανάδες το ’χαν πιει, κοντούλω μ’ τι με μάρανες,
λέει καμιά παιδιά δεν κάνει, έλα μαυρομάτα μ’ έλα.
Να το ’χε πιει κι μάνα μου, κοντούλω μ’ τι με μάρανες,
λέει να μην ’χε κάμει εμένα, έλα μαυρομάτα μ’ έλα.
Οι στίχοι που τραγούδησαν οι «Κυράδες της Άνω Δερόπολης» σε εκδήλωση του Πολυφωνικού Καραβανιού το 2004 στο Κεράσοβο Πωγωνίου. Το τραγούδι είναι ευρύτερα διαδομένο και απαντά σε σειρά παραλλαγών από περιοχή σε περιοχή. Έτσι περιλαμβάνεται στη συλλογή του Λ.Α. Νάτση με τραγούδια από το Βαβούρι της Μουργκάνας:
Πέρα σε κείνο το βουνό
(κρίνε μας, νύφη, κρίνε μας)
Και στ’ άλλο παραπέρα
(κρίνε μ’ ασημένιο στόμα)
(να ζουν τα γαμπρολόγια)
Που ’χει ανταρούλα στην κορφή
και καταχνιά στον πάτο.
Στον πάτο βόσκουν πρόβατα
και στην κορφή τα γίδια.
Κι ανάμεσα στα δυο βουνά
κλήμα ήταν φυτρωμένο.
Κάνει σταφύλια κόκκινα
κρασάκι σαν το (γ)αίμα.
Όσες μανάδες κι αν το πιούν
καμιά παιδιά δεν κάνει,
κρίνε μ’ ασημένιο στόμα.